Σάββατο 27 Σεπτεμβρίου 2008

να μ' αγαπάς....




αφιερωμένο...
σ' ένα δεύτερο κύκλο του ταξιδιού

"ένα ταξίδι δύο χιλιομέτρων ξεκινάει με ένα βήμα"
λέει - λένε - μια κινέζικη παροιμία ....

κείνο το βήμα,πάνε είκοσι χρόνια,
ένα ψυχρό βράδυ σεπτέμβρη.....
ακολούθησε ανεμοστρόβιλος, τι λέω τυφώνας πάθους...
μια ευχή κι έλαχε ανοιχτός ο ουρανός!!!

7 σχόλια:

Ανώνυμος είπε...

ΣΤΟ ΚΑΦΕΝΕΙΟ ΜΕ ΤΙΣ ΛΙΡΕΣ
Στὸ καφενεῖο
ἔρχεται ὁ χοντρὸς νονός μου
μὲ τὶς λίρες
Οὔτε μία δὲν εἶναι γιὰ σένα, λέει
γιατὶ δὲν ἔγινες ὁ βαφτιστικός μου
ποὺ περίμενα.
Τότε λέω κι ἐγὼ στὸ γκαρσόνι, πλάι μου
- Φέρε μου ἕνα φλιτζάνι μὲ μελάνι.

Ανώνυμος είπε...

Η δύσκολη Κυριακή

Απ' το πρωί κοιτάζω προς τ' απάνω ένα πουλί καλύτερο
απ' το πρωί χαίρομαι ένα φίδι τυλιγμένο στο λαιμό μου
Σπασμένα φλυτζάνια στα χαλιά
πορφυρά λουλούδια τα μάγουλα της μάντισσας
όταν ανασηκώνει της μοίρας το φουστάνι
κάτι θα φυτρώσει απ' αυτή τη χαρά
ένα νέο δέντρο χωρίς ανθούς
ή ένα αγνό νέο βλέφαρο
ή ένας λατρεμένος λόγος
που να μη φίλησε στο στόμα τη λησμονιά
Έξω αλαλάζουν οι καμπάνες
έξω με περιμένουν αφάνταστοι φίλοι
σηκώσανε ψηλά στριφογυρίζουνε μιά χαραυγή
τί κούραση τί κούραση
κίτρινο φόρεμα -κεντημένος ένας αετός-
πράσινος παπαγάλος -κλείνω τα μάτια- κράζει
πάντα πάντα πάντα
η ορχήστρα παίζει κίβδηλους σκοπούς
τί μάτια παθιασμένα τί γυναίκες
τί έρωτες τί φωνές τί έρωτες
φίλε αγάπη αίμα φίλε
φίλε δώσ' μου το χέρι σου τί κρύο
Ήτανε παγωνιά
δεν ξέρω πια την ώρα που πέθαναν όλοι
κι έμεινα μ' έναν ακρωτηριασμένο φίλο
και μ' ένα ματωμένο κλαδάκι συντροφιά

Ανώνυμος είπε...

Μετρώ στα δάχτυλα των κομμένων χεριών μου
τις ώρες που πλανιέμαι στα δώματα αυτά τ' ανέμου
δεν έχω άλλα χέρια αγάπη μου κι οι πόρτες
δε θέλουνε να κλείσουν κι οι σκύλοι είναι ανένδοτοι

nikitas είπε...

μικρή απουσία...
...τα ανώνυμα βροχή...
... εστω κι ετσι, ευπρόσδεκτα, ομως γιατί;
καλά ταξίδια μας, έτσι κι αλλιώς...

mitos είπε...
Αυτό το σχόλιο αφαιρέθηκε από τον συντάκτη.
mitos είπε...

Ὅμως ὑπάρχουν ἀκόμα
λίγοι ἄνθρωποι
ποὺ δὲν εἶναι κόλαση
ἡ ζωή τους

ὑπάρχει τὸ μικρὸ πουλὶ ὁ κιτρινολαίμης
ἡ Fraülein Ramser
καὶ πάντοτε τοῦ ἥλιου οἱ ἀπομείναντες
οἱ ἐρωτευμένοι μὲ ἥλιο ἢ μὲ φεγγάρι

ψάξε καλὰ
βρές τους, Ποιητή!
κατάγραψέ τους προσεχτικὰ
γιατί ὅσο πᾶν καὶ λιγοστεύουν

λιγοστεύουν

Ανώνυμος είπε...

"Τις νύχτες πηγαίνω εκεί οπού πάνε οι τρεις και ο κούκος.
Όμως, σε απλά συναχάκια, δικαίως οι τρεις με υποπτεύονται:
ο κούκος έκανε τον άρρωστο και κάθισε στο σπίτι. Ασπιρίνες
ζεστά εντριβές πάρε αυτό το σωματάκι πλάσε μου ένα κουλουράκι.
Εσύ υποδύεσαι τους τρεις: στήθη δύο και ένα αιδοίο.
Αποσυμφορητικά της ρινός: την ξέρω τη χνοτίλα μας,
δε μ' αφήνεις στην αοσμία μου. Σμπαράλια δ βλεννογόνος.
Ξηροστομία του πτώματος. Την προσπαθείς με τσάγια με σάλια.
Και πάλι στη θέση μου εσύ, παρά την θέσιν Γαργάρες.
Με τα βάσανα χίλια, τριάντα εφτά κι οχτώ ψωραλέο ωσαννά.
Παλιάλογο μετά, ανάσκελα στα σανά χρεμετίζοντας.
Ώσπου πια στ' αλόγα μου όνειρα μου: στα μέρη
οπού οι τρεις. Τι δε γίνεται εκεί. Πού δε λέγεται. Διότι γίνεται.
Ως συνήθως, σε αυστηρώς βυσσινί και ακατάλληλο βελούδο.
Ως να φέξει ο κούκος. Στον τοίχο. Πώς είναι ή ώρα.
Και πώς είμαι καλά μια χαρά κι άντε σήκω.
Και ποιοι τρεις να τ' αφήσω αυτά.
Και πώς μόνον εκείνος. Ό κούκος."