Δυο Πάνες φουσκομάγουλοι, στου κήπου σου τις στέρνες, τα χάλκινα —με τρεις οπές— σουράβλια είχαν στα χείλη, όταν εσύ τις φωτεινές του χάμου έκρουσες φτέρνες — ζυγά πιτσούνια που έπαιζαν το 'να το άλλο εφίλει. Του φραμπαλά σου φτερωτή τότε η — σαΐτα —ρίγα (των χρυσοκεντημένων της — αράδα — παπαγάλων) στις γάμπες σου ανελίχτηκε — γοργό ερπετό — που ερίγα στο αλληλοκυνήγημα των άσπρω σου αστραγάλων. Kι έφυγες. Ωωω. Σαν αστραπών — στο σέρπιο μονοπάτι — τύφλες φωτός (και σκί δορκάδας έρμου δάσου) έμειναν τ' άψε-σβήσε σου: το πήδημα, το πάτι και τ' αλαφριό, σαν άξαφνου πουλιού, ξεφτούρισμα σου... γιαννης σκαρίμπας
|
22 σχόλια:
Εδώ οι λέξεις ντύνουν τις αστραπές να μην τυφλώνουν.
Θέμα αισθητικής.
Τί υπέροχος ο μπάρμπα Γιάννης, όπως τον έλεγαν όσοι τον αγαπούσαν.
Εξαιρετική η επιλογή σου. Οι λέξεις του διαμαντικά...
«Τόσο πολύ μ' αγάπησες Κυρά,
που άκουγα διπλά τα βήματά μου!
Πάταγα γω -στραβός- μες στα νερά
κι εσύ κοντά μου.»
Πόση τρυφεράδα μπορεί να βγάλει ένας στίχος που δεν μιλά για την αγάπη του, αλλά για τη δική της.
Αχ! Πόσα μου θύμισες απόψε... Να είσαι καλά!
"Ω πόλη
όλες οι πόρτες σου πεσμένες
από που να βγούμε?"
ΑΞΑΦΝΑ, Γ. Ρίτσος
το τέλος όλων των εξερευνήσεων μας θα είναι να φτάσουμε πίσω στο σημείο από το οποίο ξεκινήσαμε και να ανακαλύψουμε το μέρος για πρώτη φορά. (τ.σ.έλιοτ)
"Κοίτα, ο πολικός αστέρας
που δείχνει πάντα το Βορρά
τα βλέπεις τόσο καθαρά,
σαν να είχαν όλα ξαναγίνει
από λεπτότατη οδύνη”
Δ.Καψάλης
Βρήκα ανοιχτά, μπήκα στο σαλονάκι σου και περιμένω... Αν και ευγενικός οικοδεσπότης,έτσι τολάχιστον σε θυμάμαι, δεν εμφανίζεσαι. Τι τρέχει άραγε, που χάθηκες; που βολοδέρνεις;
Να περιμένω; Δεν θα κεράσεις γλυκό του κουταλιού;
(ψάχνεις; φαντάζεσαι; "το μέσον είναι μήνυμα"; δικιά σου η σκυτάλη)
Ταπεινά συγνώμη, ευγενικοί επισκέπτες, για την αναγκαστική απουσία μου..
troype
ΠΑΝΤΑ του φτωχικού μου ολάνοιχτες οι πόρτες… και για τρατάρισμα γλυκό του κουταλιού και δροσερό νεράκι… εσύ δοκίμασες το καρυδάκι, άλλωστε τα είπαμε.
Σε κάθε επιστροφή ανακαλύπτουμε «κάτι» που ίσως δεν είχαμε δει ή εκτιμήσει κάθε επιστροφή είναι σε ένα βήμα μπροστά, όπως στην έλικα… μπορεί ν’ αποζητάμε και ότι χάσαμε…
nyxterino
Γι’ αυτές τις «μέρες αργίας»
Μέρες αργές, και πιο αργές του Οκτωβρίου
αυτές οι μέρες που περνούν• επιβιώνω
μετά τον έρωτα, την ποίηση, τον πόνο,
με λίγες μόνο αμυχές προτέρου βίου.
mitos
Εμείς, αγαπητέ μου, «προκάναμε» όσο οι πόρτες ήταν ανοιχτές … (;)
γητευτρια
Πάντα εξαιρετικός ο μπάρμπα Γιάννης
Και να το κάθισμά σου συγυρνώ
στολνώ την κάμαρά σου αγριομέντα
και να μαζί σου κιόλας αρχινώ
χρυσή κουβέντα
lolitaki
.. μπορεί να είναι κι έτσι… αλλά, πάλι ντύνονται οι αστραπές με λόγια;
Καμένα λόγια….
Αφιερωμένο σε όλους αντί τραταμέντου
http://rapidshare.com/files/35267396/Asimos_-_09_-_Oulaloum.mp3 | 5316 KB
Αφού επιστρέφεις με Καψάλη..όλα καλά!!
(Το καρυδάκι είναι,φαίνεται,αγαπημένο γλυκό και άλλων..)
...έχω φυλαγμένο καρυδάκι....
[....]
Κάποτε γίνεται ο φόβος του θανάτου
ύπνος βαθύς και τον σκεπάζει ο Τειρεσίας·
σαν νυχτοφύλακας σε ώρα υπηρεσίας
που αποκοιμήθηκε στην άγρυπνη σκιά του.
Γι' αυτό προσφεύγουμε στη λύπη των ονείρων
μ' ένα υπόλοιπο ντροπής κι αθανασίας,
κι ο μελανόπτερος επάνω μας σωσίας
άλλοτε σκύβει λυρικός κι άλλωτε είρων.
Κι όταν βραδιάζει σαν αθώωση του ασώτου,
κι ο ουρανός μετεωρίζεται και παίρνει
όλο το μέσα της ζωής για να νυχτώσει,
είναι επόμενο να στρέφουμε με τόση
πνοή στη μαντική του δύναμη, ωσότου
ο σπαραγμός του την καινούρια μέρα σπέρνει.
[...]
Καψάλης [Μέρες Αργίας VΙΙΙ] καψάλης.
ΝΥΧΤΕΡΙΝΟ
Πτυχές του σώματός σου στα σεντόνια
Δεν έχω άλλο κόσμο να σου δώσω.
Απόψε, που με βάρυναν τα χρόνια
και σκέφτομαι να φύγω, να τελειώσω
γυρεύω το σκοτάδι σου, σαν να ‘σουν
Αυγερινός, σε αυτούς που θα με χάσουν
Γυρεύω το ξημέρωμα πριν φύγει
το σώμα σου στα δάση και στα ρίγη.
Μα, σκύβω κι ακουμπώ στη μυρωδιά σου
με τ’ άστρωτα λευκά παρηγοριέμαι
και να, θυμάμαι κάτι στα μαλλιά σου
σαν φως και λίγο-λίγο αποκοιμιέμαι…
Δ.Καψάλης
(στον έρωτα της ζωής μου)
Αίνιγμα δανείστηκα ,
αίνιγμα επέστρεψα.
Άφησα να μην ξέρω
πως λύνεται ένα χθές,
ένα εξαρτάται,
το αίνιγμα των ασύμπτωτων.
Άφησα να μην ξέρω τι αγγίζω,
ενα πρόσωπο ή ενα βιάζομαι
"'Ο,τι μας γλύκανε, το ξέπλυνε ο χρόνος κι η συναλλαγή"
Το βουνό, γαλάζιο απ'την απόστασή του, κατεβαίνει
ως τη θάλασσα.
Δυό άλογα ξεκουράζονται στον ίσκιο της εκκλησιάς.
Η μέρα είναι απέραντη-
χάνεται μες στο φώς της.
Όταν χτύπησες τα χέρια σου, πέντε πουλιά σηκώθηκαν
απ'τα δέντρα.
Κοίταξες τα πουλιά και ξέχασες γιατί χτύπησες τα χέρια σου.
Απο απελπισία τάχα; ΄Η μήπως είταν
ένα μεμονωμένο χειροκρότημα για κείνο που δεν ήξερες;
Ύστερα αναζητώντας τη συνέχεια, δεν ξαναχειροκρότησες.
Τόσο, λοιπόν, φυσικός είναι ο θάνατος;
Γιάννης Ρίτσος
Το σώμα μου
μια άλλη χαμένη Ατλαντίδα
ξυπνά τα βράδια
κι ονειρεύεται
νύχτα κάτω απ´ τ’ αστέρια
πάνω πηχτό ουράνιο πλαγκτόν
το παρελθόν του γαλαξία
στέλνει ωκεάνιο το φως
να βεβαιώσει
πώς γίνεται ο κόσμος διαβατός
ο χρόνος άκοπος
Στη θέση του θεού
ένας καλός ψαράς
που απλώνει δίχτυα
και τραβά
ένα νησάκι Αιγαίου
μια ψίχα θάλασσα κοντά
κρυφό το στήθος του Αδάμ
και τα γυρνά
γυμνά ξανά
στον παράδεισο
Θεώνη Κοτίνη
«Μα πως περπατάς επί των κυμάτων;» ρώτησα.
«Έχασα το δρόμο» μου λέει.
το θέμα είναι ποιόν ρωτάς και ποιός απαντά....
" Πίσω από απλά πράγματα κρύβομαι, για να με βρείτε·
αν δε με βρείτε, θα βρείτε τα πράγματα,
θ’ αγγίξετε εκείνα που άγγιξε το χέρι μου,
θα σμίξουν τα χνάρια των χεριών μας. "
Γ.Ρίτσος
"Ένα απόγευμα –θα ‘ναι χειμώνας, η μέρα ξυράφι- θα μπεις σ’ ένα ταξί,
θα τρέξεις φωτεινή μέσα στην πόλη, θα έρθεις στο δωμάτιο, θα με συναντήσεις.
Θα με βρεις στο παράθυρο να κοιτάζω τα απέναντι σπίτια. Θα καθίσουμε μαζί
Στο τραπέζι, θ’ ανοίξω ένα μπουκάλι κρασί, θα σε σερβίρω. Θα μιλάς μονάχα εσύ :
θα λες για όλα αυτά τα χρόνια, τα γράμματα, το τηλέφωνο. Θα πίνω απ’ το κρασί και
θα σ’ ακούω, θα σ’ ακούω μέχρι τη μεγάλη νύχτα. Τότε θα ‘χουν τελειώσει και τα λόγια
-το κρύο τώρα πιο αισθητό-, θα σηκωθώ αργά, θα ξαπλώσω στο στρωμένο κρεβάτι. Ο
αέρας θα δυναμώνει, θα πέφτει μια μικρή βροχή, θ’ ακούω την πόρτα να κλείνει."
...η σιωπή είναι ένα καναρίνι στο μικρόφωνο
η σιωπή είναι ντελάλης από στάχτη...
περιπαίζει τα αδιέξοδα
μοχάχα αυτή μιλιέται
χαστουκίζει τα ρολόγια
αναπαύεται σε ανώμαλα ρήματα
ερωτεύεται επιρρήματα
η σιωπή τηγανίζει πατάτες
μα όμως τι όλεθρος
η σιωπή δε βρίσκει πουθενά το όνομά της.
ΑΝΤΙ -ΝΕΦΕΛΩΜΑ Ν. Καρούζος
... άλλα εμφανίζονται σ' όλους από κοινού κι άλλα φανερώνονται ξεχωριστά σε τούτο ή σε κείνο το άτομο΄...
σέξτος ο εμπειρικός
"Σίγουρα, ο άνθρωπος θα πρέπει να αισθάνεται έντονα την ατέλειά του, για να της κάνει τέτοια κριτική, που άλλωστε κατά τα τρία τέταρτα, οφείλεται στον ίδιο. Χαίρε ωκεανέ!"
Λωτρεαμόν, Τα άσματα του Μαλντορόρ, εκδ. ΕΚΑΤΗ
Δημοσίευση σχολίου